Πενταδάκτυλο(ν)

Πενταδάκτυλο(ν)
τό
1) гора Пендадактилон (Кипр); 2) см. Ταύγετος

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "Πενταδάκτυλο(ν)" в других словарях:

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

  • μακαρία — I Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του Ηρακλή, η οποία μετά την φυγή των Ηρακλειδών στην Τετράπολη της Αττικής θυσιάστηκε με τη θέλησή της υπακούοντας σε κάποιον χρησμό, σύμφωνα με τον οποίο εξασφαλιζόταν έτσι η νίκη των Αθηναίων εναντίον του Ευρυσθέα.… …   Dictionary of Greek

  • μακαριά — I Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του Ηρακλή, η οποία μετά την φυγή των Ηρακλειδών στην Τετράπολη της Αττικής θυσιάστηκε με τη θέλησή της υπακούοντας σε κάποιον χρησμό, σύμφωνα με τον οποίο εξασφαλιζόταν έτσι η νίκη των Αθηναίων εναντίον του Ευρυσθέα.… …   Dictionary of Greek

  • πενταδάκτυλος — Κοινή στη Μάνη ονομασία του Ταϋγέτου, γιατί κατά την παράδοση, σε έναν του βράχο αποτυπώθηκαν τα ίχνη των πέντε δαχτύλων του Ιησού. Π. Λέγεται και βουνό της Κύπρου, με πέντε κορυφές, από τις οποίες η υψηλότερη φτάνει τα 2.405 πόδια στην… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»